Παρασκευή 26 Απριλίου 2019

Το Χριστιανικό Πάσχα


Τη Μ. Τετάρτη το πρωί γίνεται η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία, και το απόγευμα ή βράδυ γίνεται το Μυστήριο του Αγίου Ευχελαίου. Την Μ. Τετάρτη γίνεται το ευχέλαιο στην εκκλησία. Οι γυναίκες «αναπιάνουν» το προζύμι για το ζύμωμα του ψωμιού, με το αλεύρι που έχουν πάει στην εκκλησία για να διαβαστεί.

Την Μεγάλη Πέμπτη το πρωί  βάφουν τα αβγά (παλιότερα με  φύλλα από κρεμμύδια - με μπογιές του εμπορίου και ξίδι σήμερα). Όσα αβγά γεννούσαν οι κότες τη Μεγάλη Πέμπτη, τά ’βαφαν ξεχωριστά και τά ’βαζαν στα ’κονίσματα.. Τα κεντούσαν ή τα ζωγράφιζαν με φύλλα, κρεμμυδόφυλλα, ζυμάρι, λειωμένο κερί κλπ. Την ίδια ημέρα ζυμώνουν  τις λαμπροκολούρες, φτιάχνουν το παντεσπάνι,  κουλούρια και τσουρέκια για τη Λαμπρή και τον Αϊ Γιώργη. Η νονά θα δώσει στα βαφτιστήρια της, τις λαμπροκουλούρες με το κόκκινο αυγό και τη λαμπάδα.


Το γιατί τα αυγά βάφονται κόκκινα δεν είναι γνωστό.

Για μερικούς βάφονται κόκκινα σε ανάμνηση του χυμένου αίματος του Χριστού. Για άλλους το κόκκινο χρώμα είναι έκφραση χαράς για το ευτυχισμένο γεγονός της Αναστάσεως του Κυρίου και συνάμα μέσο αποτρεπτικό κάθε κακού.

Το βράδυ της Μ. Πέμπτης με το κεράκι στο χέρι και τη σύνοψη οι πιστοί πηγαίνουν στην εκκλησία για τα Δώδεκα Ευαγγέλια. Από αυτά, το πρώτο (το Ευαγγέλιο της Διαθήκης) περιλαμβάνει τις υποθήκες του Χριστού προς τους μαθητές και την αρχιερατική προσευχή του. Τα υπόλοιπα Ευαγγέλια εξιστορούν τη σύλληψη, τη δίκη, τα πάθη, το σταυρικό θάνατο, την ταφή του Κυρίου καθώς και την ασφάλιση του τάφου με τη βοήθεια της κουστωδίας. Μετά την ανάγνωση του πέμπτου Ευαγγελίου γίνεται η λιτάνευση του Εσταυρωμένου, η τοποθέτηση Του στο μέσο του Ναού καθώς ο χορός ψάλλει αργά και κατανυκτικά το εξής τροπάριο:

«Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τὴν γῆν κρεμάσας. (ἐκ γ’).

Στέφανον ἐξ ἀκανθῶν περιτίθεται, ὁ τῶν Ἀγγέλων Βασιλεύς. Ψευδῆ πορφύραν περιβάλλεται, ὁ περιβάλλων τὸν οὐρανὸν ἐν νεφέλαις. Ῥάπισμα κατεδέξατο, ὁ ἐν Ἰορδάνῃ ἐλευθερώσας τὸν Ἀδάμ. Ἥλοις προσηλώθη, ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. Λόγχῃ ἐκεντήθη, ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου. Προσκυνοῦμέν σου τὰ Πάθη Χριστέ. (ἐκ γ’). Δεῖξον ἡμῖν, καὶ τὴν ἔνδοξόν σου Ἀνάστασιν»

Μετά τα Δώδεκα Ευαγγέλια, οι κοπέλες της ενορίας, με άνθη της ανοίξεως: βιολέτες, μενεξέδες, τριαντάφυλλα, λεμονανθούς, μαργαρίτες, αρχίζουν να στολίζουν τον Επιτάφιο, έτσι ώστε την Μεγάλη Παρασκευή το πρωί είναι έτοιμος για να δεχθεί το «σώμα του Χριστού» κατά την Αποκαθήλωση. Τα κορίτσια ενώ στολίζουν τον Επιτάφιο, ψάλλουν το μοιρολόγι της Παναγίας, μεγάλο θρησκευτικό τραγούδι που ιστορεί τη σταύρωση του Ιησού και εκφράζει τον πόνο της Αγίας του Μητέρας.

Η Μ. Παρασκευή είναι αναμφίβολα η ιερότερη ημέρα της Μ. Εβδομάδας, η μέρα της κορυφώσεως του Θείου Δράματος. Οι πιστοί μαζεύονται στις εκκλησίες από το πρωί για την ακολουθία των Μεγάλων Ωρών και την Ακολουθία της Αποκαθηλώσεως όπου ο παπάς βγάζει το σώμα του Χριστού από τον Σταυρό και τον τοποθετεί μέσα στον Επιτάφιο. Μετά την Αποκαθήλωση όλοι προσκυνούν τον Επιτάφιο, και τα παιδιά περνάνε κάτω από τον Επιτάφιο τρεις φορές. Στη χώρα μας συνηθίζεται οι πιστοί να πηγαίνουν από εκκλησία σε εκκλησία για να προσκυνήσουν τους Επιτάφιους.

Την Μ. Παρασκευή δε μαγειρεύουν ούτε σκουπίζουν. Τρώνε πρόχειρα και πηγαίνουν το βράδυ στην περιφορά του επιταφίου, όπου γίνεται και η «συνάντηση» των επιταφίων στην Άνω Πλατεία. Εκεί ακούγεται  το «Ώ γλυκύ μου έαρ» και το πένθος κορυφώνεται. Οι πιστοί κρατούν αναμμένα κεριά και ακολουθούν τον στολισμένο Επιτάφιο της ενορίας.

Ο αρραβωνιασμένος νέος θα πάει δώρο στην αρραβωνιαστικιά του τη Μεγάλη Παρασκευή, μαζί με τη λαμπάδα της Αναστάσεως και ένα άσπρο αρνί με κόκκινη κορδέλα στο λαιμό.

Το Μ. Σάββατο εορτάζουμε «την θεόσωμον ταφήν και την εις Άδου κάθοδον» του Κυρίου. Η ταφή βέβαια έγινε τα απόγευμα της Μ. Παρασκευής.  Στον όρθρο του Μ. Σαββάτου ψάλλονται τα Εγκώμια, δηλ. σύντομα τροπάρια που εξιστορούν τα πάθη του Κυρίου, εξυμνούν την ταφή του και διασαλπίζουν τη νίκη του κατά του θανάτου.

Το βράδυ γίνεται στην εκκλησία η Ακολουθία της Αναστάσεως (στα προπολεμικά χρόνια και ακόμα παλαιότερα η Ανάσταση στο Δαδί δε γινόταν τα μεσάνυχτα, αλλά τα χαράματα). Λίγο πριν τα μεσάνυχτα, όλα τα φώτα της εκκλησίας σβήνουν και μόλις πάει δώδεκα η ώρα ο παπάς ψάλλει το «Δεύτε λάβετε φως εκ του ανεσπέρου φωτός» και βγαίνει με την λαμπάδα του αναμμένη μέσα από την Ωραία Πύλη, και δίνει το φως σ' όλους τους εκκλησιαζομένους.  Κατόπιν, όλοι βγαίνουν έξω όπου ο Ιερέας διαβάζει το Ευαγγέλιο της Αναστάσεως και μόλις τελειώσει όλοι μαζί χαρούμενα ψάλλουν, πολλές φορές: «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι, ζωήν χαρισάμενος». Με το Χριστός Ανέστη  αρχίζουν να χτυπούν οι καμπάνες, ρίχνονται βαρελότα συχνά εκκωφαντικά και γενικά δημιουργείται θόρυβος για να φύγει, όπως λένε, ο θάνατος. Πολλοί παλαιότερα είχαν στην τσέπη τους κρυμμένο κόκκινο αυγό και άρχιζαν τα τσουγκρίσματα από κείνη την ώρα

Στο μοναστήρι της Αμφίκλειας, όταν ο Ιερέας κατευθύνεται  στον ναό μετά το «Χριστός Ανέστη»  μπροστά στην είσοδο του ναού γίνεται η αναπαράσταση της σκηνής των «κεκλεισμένων θυρών». Ο ιερέας παριστάνει τον Χριστό ενώπιον των πυλών της Κόλασης και ψέλνει «Άρατε πύλας…». Ο ψάλτης από μέσα παριστάνει το διάβολο προσπαθεί να εμποδίσει την είσοδο, όμως τελικά ο ιερέας σπρώχνει ορμητικά την πόρτα του ναού και μπαίνει μέσα.

Μετά την Ανάσταση οι πιστοί φέρνουν στα σπίτια τους το Άγιο Φως και κάνουν το σχήμα του σταυρού με τον καπνό της λαμπάδας στην είσοδο του σπιτιού (Οι λαμπάδες της Ανάστασης είναι δώρο του νονού προς τα βαφτιστήρια ή του αρραβωνιαστικού προς την μνηστή ήταν λευκού χρώματος στολισμένη με λουλούδια και κορδέλες. Σήμερα οι λαμπάδες αποτελούν ένα εμπορικό είδος..). Μετά ανάβουν το καντήλι με το Άγιο Φως το οποίο προσπαθούν να κρατήσουν τουλάχιστον τρεις με σαράντα μέρες. Στη συνέχεια κάθονται στο Πασχαλινό τραπέζι, τσουγκρίζουν κόκκινα αυγά, τρώνε την πατροπαράδοτη μαγειρίτσα (σούπα από αρνίσια ή βοδινά εντόσθια) ή γαρδούμπες.

Την Κυριακή του Πάσχα (Λαμπρή) ο πασχαλινός αμνός  στη σούβλα, είναι απαραίτητος σε κάθε σπίτι. Σε πείσμα των καιρών, στην Αμφίκλεια κρατούν σφιχτά την παράδοση, διατηρούν τα παραδοσιακά τραγούδια, τους παραδοσιακούς χορούς τα ήθη και τα έθιμα  που ο χρόνος δεν τα έσβησε, όπως θα περίμενε κανείς. Τα  αρνιά ψήνονται ομαδικά στους λάκκους κατά γειτονιές σε ένα έθιμο που είναι καθαρά Ρουμελιώτικο. Οι νοικοκυρές βγάζουν τους μεζέδες και το κρασί στο μαστραπά, και τρατάρουν όλους και ανταλλάσσουν ευχές. Τα παιδιά ρίχνουν στο αρνί τον  «Μάρτη»  μια ασπροκόκκινη κλωστή, που η γιαγιά ή η μάνα είχε  φτιάξει την 1η Μαρτίου. Η αρραβωνιασμένη κοπέλα και η νιόπαντρη θα βγάλουν στο λάκκο γλυκά και ποτό και θα κεράσουν όλους που βρίσκονται σ’ αυτόν. Το κόκκινο διώχνει το κακό και φέρνει την χαρά.

Το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα τελείται ο Εσπερινός της Αγάπης. Κατά τη διάρκειά του διαβάζεται η ευαγγελική περικοπή που εξιστορεί την εμφάνιση του Κυρίου στους δώδεκα μαθητές την ημέρα της Αναστάσεώς του.

Η παντρεμένη κόρη θα πάει στους γονείς της το δεξί μπροστινό του αρνιού – τη δεξιά πλάτη, μαζί με κρασί και γλυκά και θ’ ανταλλάξουν ευχές.  Αυτό είναι μια ένδειξη αγάπης και σεβασμού προς τους γονείς. Οι γεροντότεροι  εξέταζαν  και σήμερα ακόμα εξετάζουν την πλάτη – το κόκαλο και εξηγούν τα περασμένα, αλλά και τα μελλούμενα. Το «Χριστός Ανέστη» το τραγουδούσαν - δεν το έψελναν –  την ώρα που έβαζαν τ’ αρνιά στη φωτιά, μ’ ένα ξεχωριστό Ρουμελιώτικο τρόπο.

Άμεσα συνδεδεμένη με το Πάσχα και την άνοιξη είναι η γιορτή του Αγίου Γεωργίου η οποία συνήθως συμπίπτει με τη δευτέρα ημέρα του Πάσχα καθώς και οι κινητές θρησκευτικές γιορτές που εξαρτώνται από το Πάσχα, όπως η εβδομάδα της Διακαινησίμου, η Ανάληψη και η Πεντηκοστή.

Την ημέρα του Αγίου Γεωργίου μετά την εκκλησία γίνονται αγώνες δρόμου και χοροί. Στους αγώνες αυτούς οι αθλητές τρέχουν στην ανηφόρα και είναι δύσκολο το τρέξιμο γιατί η κούραση έρχεται γρήγορα. Τα παλιά τα χρόνια έπαιρναν μέρος στον αγώνα και πολλοί ηλικιωμένοι και τότε σαν έπαθλο ήταν ένα αρνί, το οποίο φορτωνόταν ο νικητής εκεί στην κορυφή στο τέρμα και κατηφόριζε προς την εκκλησία ανάμεσα σε επευφημίες και χειροκροτήματα.

Ανήμερα του Αγίου Γεωργίου τα παλιά χρόνια γινόταν το «Ρόγιασμα» στους τσοπάνηδες. Κάθε τσοπάνης, δηλαδή που είχε ανάγκη από βοηθό, τον έπαιρνε αυτή την ημέρα μέχρι το φθινόπωρο. Αυτό λεγόταν «Ρόγα».

ΚΑΛΗN ΑΝΑΣΤΑΣΗ

Απόσπασμα από άρθρο του Δημητρίου Ιωάννου Βασιλείου 
από την εφημερίδα "Αμφίκλεια" 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου